Τοπικά Προϊόντα της Λευκάδας

Η Λευκάδα είναι ένα δημοφιλές τουριστικό νησί, που όμως συνεχίζει να στηρίζει ένα μέρος της οικονομίας της στην αγροτική παραγωγή και έχει να επιδείξει μοναδικά προϊόντα της γης της, κάποια ιδιαίτερα ονομαστά. Επίσης, διαθέτει μικρές αλλά ποιοτικές και πολύ αγαπητές βιοτεχνίες παραγωγής τροφίμων, με προϊόντα που κάθε επισκέπτης έχει στις αποσκευές του φεύγοντας από το νησί, με την επιθυμία να επιστρέψει για να τα ξαναδοκιμάσει.

Κρασί Λευκάδας

H ιστορία του κρασιού στην Λευκάδα ξεκινά από την αρχαιότητα. Κλήμα και σταφύλι συναντιούνται χαραγμένα σε αρχαία νομίσματα ενώ αναφορές στο Λευκαδίτικο κρασί κάνει ο Ρωμαίος Πλίνιος που αναφέρει ότι ο γιατρός Απολλόδωρος (τον 3ο πΧ αι.) συνιστά το Λευκαδίτικο κρασί σαν το καλύτερο στον κόσμο

Στους επόμενους αιώνες συνεχίζεται η καλλιέργεια αμπελιών και σιτηρών στο νησί χωρίς να έχουμε ιδιαίτερες αναφορές, μέχρι την Ενετοκρατία που η οικονομία πλέον του νησιού βασίζεται καθαρά στην ελιά και στο κρασί, με εξαγωγές κρασιού στην Βενετία. Η σταφίδα εισάγεται και καλλιεργείται στο νησί τον 18ο αιώνα, κυρίως στο νότιο τμήμα του στον κάμπο της Βασιλικής και του Αγίου Πέτρου.

Οι αμπελοκαλλιέργειες στο νησί καταλάμβαναν μεγάλες εκτάσεις, ακόμα και στις απότομες πλαγιές των βουνών, και η παραγωγή ήταν πολύ μεγάλη μέχρι το 1897 που ο περονόσπορος κατέστρεψε εξ ολοκλήρου τη σοδειά. Στα επόμενα χρόνια η παραγωγή του κρασιού αυξομειώνονταν ανάλογα με την ένταση των ασθενειών και την καταπολέμηση τους. Στις αρχές του 20ου αι, οι αμπελοκαλλιέργειες καταλαμβάνουν περίπου 36.000 στρέμματα στο νησί, αφήνοντας πίσω την καλλιέργεια της ελιάς. Με αφορμή την καταστροφή των αμπελώνων της Γαλλίας από φυλλοξήρα, υπήρξε εντατικοποίηση της καλλιέργειας των αμπελιών στο νησί, που είχαν μεγάλη ζήτηση στη Γαλλία και πωλούνταν σε υψηλή τιμή.

Το 1915 ιδρύεται στην Λευκάδα η Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών ΤΑΟΛ (Ταμείο Αμύνης Οινοπαραγωγών Λευκάδας) με εμπνευστή της προσπάθειας τον Πέτρο Φίλιππα Πανάγο από τον σημερινό Δρυμώνα (τότε Κάτω Εξάνθεια). Το ΤΑΟΛ αγόρασε το 1952 τα οινοποιεία της Βασιλικής (που είχε ιδρυθεί το 1927), της Εξάνθειας και των Σφακιωτών (που είχαν ιδρυθεί το 1929) και ίδρυσε μεγάλο οινοποιείο στην είσοδο του νησιού στη θέση Κάστρο, το κτήριο του οποίου λειτουργούσε μέχρι πρόσφατα σαν πρατήριο κρασιού.

Τα τελευταία χρόνια, αν και η οικονομία του νησιού βασίζεται κυρίως στον τουρισμό, κυριαρχεί μια τάση επιστροφής στις καλλιέργειες της γης, και ειδικά στην αμπελοκαλλιέργεια το νησί έχει να επιδείξει σημαντικές ετικέτες κρασιών, μοναδικών στην Ελλάδα.

Αυτό οφείλεται στις τοπικές ποικιλίες όπως τη λευκή Βαρδέα που καλλιεργείται στη Νότια Λευκάδα, κυρίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και την ερυθρή Βερτζαμί, την κλασική λευκαδίτικη ποικιλία, για εκπληκτικά κόκκινα και ροζέ κρασιά, που εισήχθη στο νησί με την Ενετοκρατία και καλλιεργείται κυρίως στα κεντρικά και τα ανατολικά του νησιού. Η Βερτζαμί αφορά το πρωτογενές (παρθενικό) της εμφύτευσης και παραγωγής και σήμερα χρησιμοποιείται και ως βαφική ουσία για ανοιχτόχρωμα κρασιά. Ανήκει μεν στην ομάδα των ιταλικών ποικιλιών (marzemino, barzemino, balsamina) αλλά παρά τις μορφολογικές και αμπελογραφικές ομοιότητες, πρόκειται για μια διαφορετική ποικιλία. Καλλιεργείται στη Λευκάδα σχεδόν κατ΄ αποκλειστικότητα. Έχει εντυπωσιακή ένταση χρωμάτων και γεύσεων και είναι πλούσια σε τανίνες και σίδηρο, χαρακτηριστικά που προσφέρουν μεγάλες δυνατότητες παλαίωσης.

Άλλες ποικιλίες που καλλιεργούνται στο νησί είναι τα: γιοματάρι, πατρινό, μαυροδάφνη, μαλαγουζιά κ.λ.π.

Λάδι Λευκάδας

Η ελιά είναι το κατεξοχήν ελληνικό δέντρο που από τα βάθη των μύθων ακόμα κυριαρχεί σε κάθε τομέα της ανθρώπινης ζωής. Η Λευκάδα δεν αποτελεί εξαίρεση.

Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας υπήρχαν περίπου 11.000 ελαιόδεντρα, όμως δεν ήταν η κυρίαρχη καλλιέργεια του νησιού. Την εποχή της Ενετοκρατίας (1684-1797) εντατικοποιήθηκε η καλλιέργεια της ελιάς και αποτέλεσε μαζί με τα αμπέλια τους κύριους άξονες της οικονομίας του νησιού. Μάλιστα τότε δημιουργήθηκε και ο μεγάλος ελαιώνας στον κάμπο της πόλης της Λευκάδας, γνωστός ως Ενετικός ή “θείος” Ελαιώνας, τον οποίο ύμνησε ο Σικελιανός. Οι Ενετοί φύτεψαν μέσα σε 100 χρόνια πάνω από 44.000 δέντρα και μάλιστα παρείχαν ισχυρά κίνητρα σε όσους ασχολούνταν με τη συγκεκριμένη καλλιέργεια.

Η πιο συνηθισμένη ποικιλία που συναντάται στο νησί είναι η Ασπρολιά ή Λευκολιά, η οποία είναι ντόπια παραδοσιακή ποικιλία και στη βιβλιογραφία αναφέρεται ως Ασπρολιά Λευκάδας. Ο καρπός της είναι σχετικά μεγάλος και είναι εύκολη στη συγκομιδή. Στην αρχή είναι άσπρος και στη συνέχεια μαυρίζει. Τα δένδρα της είναι δένδρα μεγάλα με χοντρό και ψηλό τον κορμό και με μεγάλα κλαδιά. Συναντάται κυρίως σε χαμηλά και μέτρια υψόμετρα και στο Μεγανήσι.

Επίσης, πολύ συνηθισμένη είναι η Μαυρολιά, που συναντάται σε μεγαλύτερο υψόμετρο μιας και είναι πιο ανθεκτική στο κρύο αλλά και στη δυτική πλευρά του νησιού. Το δέντρο της είναι μικρότερο και δίνει καλής ποιότητας ελαιόλαδο με μοναδικό ίσως μειονέκτημα τη δυσκολία στο τίναγμα. Άλλες ποικιλίες που συναντούνται στο νησί είναι η Σκατζολιά και Πλεξιδολιά σε μικρή όμως έκταση. Στο νησί υπάρχουν πολλοί τοπικοί παραγωγοί από τους οποίους μπορείτε να προμηθευτείτε λάδι.

Φακές Εγκλουβής

Οι πασίγνωστες φακές Εγκλουβής είναι απαραίτητο “αναμνηστικό” του νησιού, που θα πρέπει να υπάρχει στις αποσκευές σας φεύγοντας για τον τόπο σας.

Καλλιεργούνται στο οροπέδιο του Αγίου Δονάτου, δυτικά της Εγκλουβής, που είναι το πιο ορεινό χωριό του νησιού. Από ευρήματα (θραύσματα προϊστορικών εργαλείων, από πυριτόλιθο κυρίως, που χρησιμοποιούνταν μέχρι τον περασμένο αιώνα ως αιχμές στα δοκάνια με τα οποία αλώνιζαν τη φακή) γνωρίζουμε ότι η φακή καλλιεργείται στο οροπέδιο από αιώνες. Φαίνεται ότι εκεί ήταν στα προϊστορικά χρόνια υδροβιότοπος που αποξηράνθηκε και υπέστη πολλαπλές αποθέσεις με τα χρόνια.

Η καλλιέργεια της φακής στα φακοχώραφα του οροπεδίου είναι μια επίμονη διαδικασία, που κατά την πλειονότητα εξακολουθεί από πολλούς παραγωγούς να γίνεται με παλιές μεθόδους, από τη σπορά, τη συγκομιδή, μέχρι το αλώνισμά της. Επίσης, δεν γίνεται χρήση φυτοφαρμάκων και αυτό την καθιστά βιολογικό προϊόν. Η σπορά γίνεται από τον Ιανουάριο μέχρι το Μάρτη και όταν βλαστίσει ξεκινά το βοτάνισμα (ξερίζωμα των ζιζανίων) που γίνεται με το χέρι. H συγκομιδή ξεκινά από τέλη Ιουνίου.

Η θρεπτική αξία του οσπρίου είναι πολύ μεγάλη καθώς αποτελεί πηγή υδατανθράκων, φυτικών πρωτεϊνών και ινών, βιταμινών και μετάλλων και ιχνοστοιχείων, ασβεστίου και σιδήρου. Ο καρπός της είναι μικρός και ανομοιόμορφος, σε διάφορες αποχρώσεις από ανοιχτό κίτρινο, μέχρι σκούρο καφέ και μαύρο και απαιτεί ελάχιστο χρόνο μαγειρέματος.

Έχει σπάνιο γενετικό υλικό και δείγμα της φυλάσσεται στον ΟΗΕ και στη Συρία στο διεθνές κέντρο έρευνας για ξηρές περιοχές και έχει κωδικό ΙLL 293.

Το οροπέδιο της Εγκλουβής περιλαμβάνεται στον κατάλογο του FAO. (Οργανισμός τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ).

Μέλι Λευκάδας

Το μέλι που κυρίως παράγεται στο νησί είναι θυμαρίσιο κι η κύρια παραγωγή του γίνεται στα χωριά της νοτιοδυτικής Λευκάδας, κυρίως στο Δράγανο και το Αθάνι. Το θυμαρίσιο μέλι χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερο άρωμα και γεύση.

Σε μικρότερες ποσότητες παράγεται επίσης μέλι από άλλα φυτά, όπως αμυγδαλιά, σπερδούκλι, εσπεριδοειδή, κουμαριά κλπ.

Μπορείτε να γνωρίσετε τον μαγικό κόσμο το μελιού στο επισκέψιμο μελισσοκομείο Μέλι 51 του Βασίλη Σολδάτου στην Παλαιοκατούνα. Τα εκθέματα του περιλαμβάνουν αντίγραφα αρχαιοελληνικών λίθινων κυψελών, παραδοσιακά μελισσοκόφινα από καλάμι, ξύλινες σύγχρονες κυψέλες, πλήθος εργαλείων του μελισσοκόμου και κήπο με μελισσοκομικά φυτά. Η ξενάγηση περιλαμβάνει επίσης παρακολούθηση του τρόπου εργασίας των μελισσών μέσα από γυάλινη κυψέλη και της παραγωγής του μελιού, καθώς και επιθεώρηση στα μελίσσια φορώντας μελισσοκομικές φόρμες.

Παστέλι & Μαντολάτο Λευκάδας

Αγαπημένες γεύσεις που μας θυμίζουν τα παιδικά μας χρόνια. Το μαντολάτο, με κύρια υλικά τα αμύγδαλα, το μέλι, την ζάχαρη και μαρέγκα, ήταν το αγαπημένο γλυκό των αριστοκρατών της Βενετίας και ήρθε στα Επτάνησα και στην Λευκάδα την εποχή της Ενετοκρατίας. Η ονομασία του έρχεται από την ιταλική λέξη mandorla (= αμύγδαλο).

Το παστέλι είναι γλύκισμα από σουσάμι και μέλι, πλούσιο σε βιταμίνη Ε, ασβέστιο, φώσφορο, κάλιο, μαγνήσιο, σίδηρο. Οι ρίζες του παστελιού ξεκινούν από την Ιλιάδα του Ομήρου. Αναφέρεται από τον Ηρόδοτο κατά τον 5ο αιώνα π.Χ.: “ἱστάντες δὲ τοὺς χοροὺς τρωκτὰ σησάμου τε καὶ μέλιτος ἐποιήσαντο νόμον φέρεσθαι, ἵνα ἁρπάζοντες οἱ τῶν Κερκυραίων παῖδες ἔχοιεν τροφήν” , αλλά και 1.000 χρόνια αργότερα, τον 5ο αιώνα μ.Χ. από τον λεξικογράφο Ησύχιο “<σησάμη>· σησαμίς. καὶ πλακοῦς ἐκ σησάμης”

Τα δυο αυτά προϊόντα τα παρασκεύαζαν και τα διέθεταν αρχικά στους πελάτες τους και ακολούθως σε τρίτους οι κουρείς της Λευκάδας. Σήμερα υπάρχουν μικρές βιοτεχνίες παραγωγής τους από όπου μπορείτε να τα προμηθευτείτε.

Σαλάμι αέρος και λουκάνικα Λευκάδος

Το σαλάμι Λευκάδος παράγεται στο νησί από την εποχή της Ενετοκρατίας. Λένε μάλιστα ότι γνώστες της παρασκευής του ήλθαν στο νησί, έναντι αμοιβής, για να διδάξουν την τέχνη αυτή στους ντόπιους.

Η επεξεργασία παραγωγής του γνήσιου σαλαμιού με τα αρίστης ποιότητας υλικά και το κλίμα του νησιού δίνουν ένα ιδιαίτερο προϊόν, το οποίο φτιάχνεται αποκλειστικά στη Λευκάδα.

Παρασκευάζεται από φρέσκο χοιρινό κρέας, που αφού αποστεωθεί και περάσει από χειρωνακτική απολίπωση και απονεύρωση γίνεται κιμάς. Το χοιρινό λίπος (λαρδί) κόβεται σε κυβάκια από ειδική λαρδοκοπτική μηχανή. Όλα μαζί, κιμάς, κυβισμένο λίπος, αλάτι, πιπέρι άτριφτο, σκόρδο και νιτρικά άλατα ζυμώνονται έως ότου αναμιχθούν σωστά.

Το μείγμα ενθυκεύεται σε ζωικό έντερο, δένεται σε τεμάχια με το χέρι, το οποίο αποτελεί και μέρος του παραδοσιακού τρόπου παραγωγής, κομπιάζεται σε ζεύγη και κρεμιέται στον θάλαμο ωρίμανσης. Καθώς το σαλάμι μας είναι προϊόν φυσικής ωρίμανσης, χρειάζεται από 8 έως 16 ημέρες ωρίμανσης, ανάλογα με την διάμετρο του εντέρου και τις καιρικές συνθήκες.

Συντηρείται σε θερμοκρασία κάτω των 15ºC ή στο ψυγείο όταν είναι συσκευασμένο αεροστεγώς και για περίοδο τρεις με τέσσερις μήνες και σε θερμοκρασία περιβάλλοντος ή στο ψυγείο για το ίδιο χρονικό διάστημα όταν είναι με τη μορφή της αρχικής του συσκευασίας

Τα λουκάνικα επίσης παράγονται με παρόμοια διαδικασία.

Σουμάδα ή Σομάδα

Δροσερό αναψυκτικό από πικραμύγδαλα με το ιδιαίτερο άρωμα και τη γεύση τους. Η Εύη Βουτσινά έγραφε στην Καθημερινή για την Σουμάδα:

Το ποτό αυτό ήταν άλλοτε απαραίτητο στους γάμους και τους αρραβώνες λόγω του άσπρου του χρώματος. Σε τέτοιες χαρούμενες στιγμές, σύμφωνα με την παράδοση, προτιμούνται τα άσπρα κεράσματα, για την παρασκευή των οποίων τα αμύγδαλα είναι ιδανικά, είτε ως βασικό υλικό (αμυγδαλωτά) είτε ως συμπλήρωμα (κουραμπιέδες). Ένα άλλο σημαντικό προσόν του είδους είναι ότι μπορούσε να προετοιμαστεί αρκετές μέρες πριν για να αφήσει χρόνο για τις υπόλοιπες προετοιμασίες του γάμου. Η σουμάδα ήταν τόσο συνδεδεμένη με τους γάμους ώστε στους ανύπαντρους συχνά έδιναν την ευχή «στις σουμάδες σου», όπως έλεγαν «στο γάμο σου» ή «στις χαρές σου». Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα προσέφεραν σουμάδα και στα βαφτίσια.

Εκτός από τον ρόλο της σουμάδας ως κέρασμα σε χαρές, υπήρξε και δημοφιλές αναψυκτικό σε καφενεία και ζαχαροπλαστεία, κυρίως όμως για τα γυναικόπαιδα. Στη Λευκάδα, η κυριακάτικη έξοδος όταν ο καιρός ήταν καλός, ήταν στην άκρη (τότε) της πόλης, στο καφενείο του Πάλα, όπου η σομάδα προσφερόταν με κρύο νερό από το πηγάδι και συνοδευόταν με δύο ημίγλυκα παξιμάδια, αποκλειστικότητα του φούρνου Ζωιτά, με ολόκληρα μπαλάκια κόλιαντρου. Εννοείται ότι το παξιμάδι το έκοβες στα δύο και το βουτούσες στο άσπρο γαλακτώδες ποτό που ευωδίαζε και όταν ο κόκκος του κόλιαντρου έσπαζε στο δόντι, ο συνδυασμός των αρωμάτων ήταν τουλάχιστον απογειωτικός”. 

Ροζολί

Παραδοσιακό λικέρ με ρίζες στην Ενετοκρατία, σε κίτρινη απόχρωση από πορτοκάλι και κανέλα

Άλλα προϊόντα

Δημοφιλή προϊόντα της Λευκάδας, τα οποία μπορείτε να προμηθευτείτε σε κάθε αρτοποιείο του νησιού, είναι τα λαδοκούλουρα και η παραδοσιακή λαδόπιτα.

Επίσης, στο νησί υπάρχουν πολλές άλλες μικρές βιοτεχνίες παραγωγής τροφίμων με ιδιαίτερα προϊόντα, γλυκά και αλμυρά, τα οποία μπορείτε να δοκιμάσετε και να προμηθευτείτε.